Τετάρτη 11 Φεβρουαρίου 2009

Το ψαροντούφεκο

Τι είναι το ψαροντούφεκο;


Το ψαροντούφεκο είναι κάτι που μερική το χρησιμοποιούνε σαν ένα χόμπι ειδικά τα παιδία της εξοχής, που ζούνε πιο κοντά στη φύση και στην θάλασσα. Αυτό το χρισημοπιούσαν και η αρχαίοι για να μαζέψουν την τροφή τους με διαφορά εργαλεία που φτιάχνανε η ίδιοι, και όχι με το ψαροντουφεκο διότι είναι πρόσφατο εργαλείο.
Τώρα οι διάφοροι νέοι το κάνουν γιατί τους αρέσει, και γιατί θέλουν να ανακαλύψουν την ιστορία του βυθού που κρύβει πολλά και διάφορα μυστικά, και τα πολλά περίεργα ψαριά που άμα δεν βουτήξεις στη θάλασσα δεν μπορείς να τα δεις ποσό συναρπαστικά είναι άμα στα λένε οι άλλοι, το πιο σημαντικό είναι ότι δεν μπορείς να τα καταλάβεις. Οι πιο πολλοί νέοι εγώ πιστεύω ότι το κάνουν πιο πολύ για να ανακαλύψουν το βυθό της θάλασσας, και αυτό είναι κάτι πολύ καλό για τα νέα παιδιά. Στο παρακάτω κείμενο θα σας μιλήσουμε για τα είδη των ψαριών, τα επικυνδινα ψαριά, των εξοπλισμό και την ασφάλεια όχι μονό την σωματική, αλλά και από τα επυκινδινα σκάφη. Και ακόμα θα σας μιλήσουμε και για της τεχνικές για να μπορεί να μάθει ένας ψαροντουφεκας πώς να πιάνει μεγάλα ψαριά και δύσκολα, στο πιάσιμο τους χωρίς να τα χάνει εύκολα.





ΕΙΔΗ ΨΑΡΙΩΝ




H γόπα: Είναι μεσαίου μεγέθους ψάρι (100-400 gr), έχει χρυσοπράσινο χρώμα και δεν έχει παράξενα χαρακτηριστικά. Βρίσκεται σε κοπάδια . Κρατιέται με μαλάγρα κάτω από το σκάφος που ψαρεύουμε κάθετη , τσαπαρί . Ψαρεύεται και με καλάμι κρεμαστά από τα Βράχια , τα λιμάνια , με σύρτη , πεταχτάρι . Φθάνει τα 20-30 εκ.


Η συναγρίδα: Τη βρίσκουμε σε μικρό μέγεθος αλλά το βάρος της μπορεί να φτάσει και τα οκτώ κιλά. Έχει κόκκινο χρώμα και ζει σε βαθιά νερά όπου υπάρχουν ξέρες. Ψαρεύεται με παραγάδι, σύρτη βυθού και δίχτυ. Με δόλωμα σκουμπρί, σαυρίδι, ψαράκι μεταλλικό ή κουταλάκι


Το σαλάχι: Είναι μεγάλο ψάρι, το οποίο έχει φαρδιά πτερύγια και ουρά. Ζει σε βαθιά νερά. Μερικά από αυτά προκαλούν ηλεκτρικές εκκενώσεις από την ουρά και τα άκρα. Είναι θηλαστικό και σε κάθε γέννα οι απόγονοι τους κυμαίνονται από 6 έως 7 μικρά.


Ο αστακός: Ζει σε βαθιά νερά. Το βάρος του κυμαίνεται από 500 έως 2.000 gr. Έχει πορτοκαλί χρώμα αλλά τον συναντάμε και σε κόκκινο χρώμα. Έχει δύο δαγκάνες και είναι οστρακοειδές. Μεγαλύτερος εχθρός του θεωρείται το χταπόδι


Η γαρίδα: Τη βρίσκουμε σε μικρό μέγεθος, έχει πορτοκαλί χρώμα και ζει σε βαθιά νερά. Όταν όμως θέλουν να αναπαραχθούν έρχονται σε ρηχά νερά.


Το μπαρμπούνι: Ανήκει στα ψάρια μεσαίου μεγέθους (150-300 gr.). Έχει πολύ έντονο κόκκινο χρώμα και το χαρακτηρίζουν τα μουστάκια και τα ασπροκόκκινα λέπια στην κοιλιά. Ζει σε αμμώδεις περιοχές εκτός από ειδική περίπτωση όπως τα πετρομπάρμπουνα τα οποία ζουν σε πετρώδεις περιοχές.


Ο σπάρος: Από τα πρώτα ψάρια του ερασιτέχνη ψαρά. Βρίσκεται σχεδόν παντού. Ψαρεύεται με πεταχτάρι, καλάμι, κάθετη, και σχεδόν όλα τα δολώματα. Ψαρεύεται με πετονιά και ψαροτούφεκο. Ο σπάρος έχει μέτριο μήκος και το πλάτος του είναι αρκετά μεγάλο. Ξεχωρίζει από τα άλλα ψάρια στο σχήμα και το μέγεθος αλλά και το χρώμα του είναι γκρι γυαλιστερό με μια μαύρη γραμμή δίπλα στο κεφάλι. Στο νησί υπάρχουν αρκετοί σπάροι στα ρηχά αλλά και τα βαθιά νερά.

Ο χάνος: Είναι μέτριο στο μέγεθος ψάρι και ζει συνήθως μόνο. Έχει χρώμα κόκκινο και είναι πολύ ήρεμο ψάρι. Ψαρεύεται με πετονιά, με ψαροτούφεκο και με δίχτυα. Με ψαροτούφεκο μπορεί κανείς να το πετύχει αρκετά εύκολα, διότι περιμένει σε ένα σημείο χωρίς να κινείται. Αν το πλησιάσεις πολύ, φοβάται και απομακρύνεται. Στη νότια Θάσο υπάρχουν πολλοί χάνοι.

Ο σκορπιός: Πετρόψαρο. Υπάρχουν μικροί και μεγάλοι σκορπιοί που είναι δηλητηριώδεις και ιδιαίτερα τα αγκάθια που έχουν στην πλάτη. Είναι επικίνδυνος για τον άνθρωπο αφού το τσίμπημα του μπορεί να αποβεί θανατηφόρο. Αν καθαριστεί από τα αγκάθια του και μαγειρευτεί, γίνεται καλή σούπα.



Η σμέρνα: Μεγάλο ψάρι, το οποίο βρίσκουμε σε καφέ χρώμα και με άσπρες βούλες. Έχει σχήμα φιδιού και είναι πολύ δυνατό ψάρι καθώς μπορεί να κόψει ακόμα και το ξύλο με τα κοφτερά δόντια του. Ψαρεύεται με ψαροτούφεκο και με δίχτυα και το βάρος του κυμαίνεται γύρω στα 15 κιλά.




Το μουγγρί: Βρίσκεται στα Βράχια του λιμανιού, μέσα σε τρύπες. Έχει χρώμα σταχτί ή μαύρο και έχει επίσης σχήμα φιδιού. Είναι μεγάλο ψάρι αλλά δεν είναι επιθετικό. Το μουγγρί διαφέρει από τη σμέρνα ως προς το χρώμα και τη γευστικότητα καθώς είναι πολύ πιο νόστιμο από αυτήν. Ξεχωρίζει από το χέλι από το πτερύγιο που φτάνει μέχρι μπροστά το κεφάλι. στο χέλι φτάνει πολύ πιο πίσω. Το αρσενικό φτάνει το ένα μέτρο ενώ το θηλυκό στα δυο με βάρος τα 65 κιλά. Ψαρεύεται με πεταχτάρι, κάθετη, με πολυάγκιστρο μονάγκιστρο, χοντρή πετονιά η συρμάτινη γιατί την κόβει με τα κοφτερά του δόντια. Όταν πιαστεί του κόβουμε το κεφάλι γιατί είναι επικίνδυνο.




Η καλογριά: Είναι ψάρι με μικρό μέγεθος, με μαύρο χρώμα και τη συνήθεια να μην τσιμπάει πετονιές.


Η ζαργάνα
: Φιδόψαρο το οποίο ψαρεύεται με δίχτυα ή με πετονιά. Σαν δόλωμα στην πετονιά βάζουμε τη ζαργάνα τις πιο πολλές φορές, γιατί θεωρείται το πιο κατάλληλο ψάρι για δόλωμα. Το χρώμα της είναι πράσινο, άσπρο, μπλε και γυαλίζει το δέρμα της. Το μικρότερο μήκος ζαργάνας που υπάρχει είναι γύρω στα 12 cm και το μεγαλύτερο στα 80-90 cm. Φτάνει στις ακτές τον Αύγουστο γεμίζοντας τα λιμάνια. Ψαρεύεται με σκουλήκι, λωρίδες ψαριού, μυδακι, σύρτη με κουταλάκι . Με φελλό η μπαλάκι πολύ ψιλό αγκίστρι, ψιλή πετονιά και ακόμα και δολώνοντας κομμάτια από την πρώτη που πιάσαμε. Καλό δόλωμα για πολλά αξιόλογα ψαριά .



Η αθερίνα: Αφρόψαρο, το οποίο εντοπίζουμε και σε βαθύτερα νερά. Το βρίσκουμε τον Μάιο και τον Σεπτέμβριο, ψαρεύεται με απόχη, αλλά μπορούμε επίσης και με δίχτυα. Όταν γυαλίζει, συνήθως κοιμάται.



Η δράκαινα: Έχει το σχήμα κανονικού ψαριού μονό που στη ράχη της έχει κάτι δηλητηριώδη αγκάθια. Μπορούμε να την ψαρέψουμε με πετονιά ή με δίχτυ. Υπάρχει σε μικρά και μεγάλα μεγέθη. Οι μεγάλες δράκαινες βρίσκονται σε πιο βαθιά νερά από ότι οι μικρές. Το χρώμα τους είναι άσπρο στην κοιλιά και η πλάτη τους είναι κόκκινη με κίτρινες βούλες. Είναι δηλητηριώδες ψάρι, γι' αυτό, επειδή άφθονη στην περιοχή μας, θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί.


Η τσιπούρα: Κολυμπάει στα βαθιά νερά και πλησιάζει τις ακτές τον Μάιο και τον Σεπτέμβριο. Μπορείς να την ψαρέψεις με πεταχτάρι. Τα δολώματα που προτιμούν είναι η σαρδέλα, ο γαύρος και το μύδι. Βρίσκεται σε βυθούς με βραχάκια από Ιούνιο μέχρι αργά το φθινόπωρο.



ΧΤΑΠΟΔΙ



Το ψάρεμα του δεν απαιτεί μεγάλο βάθος και το πιο σημαντικό χαρακτηριστικό της σ συμπεριφοράς του, είναι ότι δεν τρέχει για να προφυλαχθεί! Αν και σταδιακά θα συμβεί το πέρασμα από τα χταπόδια στα δυσκολότερα είδη, ωστόσο συχνά ο ψαροκυνηγός θα επιστρέφει στο ψάρεμα του χταποδιού το οποίο προσφέρει μοναδική χαλάρωση. Το ίδιο το χταπόδι είναι ένα από τα πιο ενδιαφέροντα είδη που θα συναντήσει ο υποβρύχιος κυνηγός κατά τη θαλασσινή του πορεία. Τα εξωτερικά του χαρακτηριστικά είναι μοναδικά: η κουκούλα, στη βάση της οποίας είναι τα μάτια, είναι το στομάχι του χταποδιού, ενώ το στόμα του βρίσκεται ακριβώς από κάτω και μοιάζει με ράμφος παπαγάλου. Χάρη στο σχήμα του στόματος τους, μπορεί και ανοίγει τα διάφορα οστρακοειδή εγκρίνοντας παράλληλα ένα δηλητήριο που τα παραλύει. Πάνω στα οχτώ του πλοκάμια υπάρχουν οι βεντούζες που έχουν πολύ μεγάλη ελκτική δύναμη σε σχέση με το μέγεθος του χταποδιού. Μπορεί τα πλοκάμια του χταποδιού μπορεί να μην είναι οχτώ. Συχνά θυσιάζει κάποιο πλοκάμι του, όταν εγκλωβιστεί από κάποια σμέρνα. Όμως το απολεσθέν πλοκάμι θα ξαναβγεί με τον καιρό. Με τα πλοκάμια του επίσης συλλαμβάνει την τροφή του, που είναι οστρακόδερμα, μικρά ψάρια, καβουράκια κτλ. Μάλιστα τα υπολείμματα της τροφής του, είναι εκείνα τα οποία θα προδώσουν την κρυψώνα (το θαλάμι) τον χταποδιών. Τα χταπόδια αφού φάνε την λεία τους, βγάζουν έξω από το σπίτι τους "τα σκουπίδια" και τα αφήνουν εκεί μπροστά. Έτσι όταν αντιληφθούμε τέτοιου είδους υπολείμματα καθώς κολυμπούμε στην επιφάνεια, θα πρέπει να κοιτάξουμε ώστε να διαπιστώσουμε την ύπαρξη ή όχι κάποιου χταποδιού. Αν μάλιστα δούμε και μερικές μικρές πέτρες, που από τη μια μεριά είναι καθαρές και λείες, τότε σίγουρα κάπου εκεί υπάρχει ενα χταποδι.


ΡΟΦΟΣ


Είναι ψάρι της οικογένειας των σερρανιδών (epinephilus guara). Αν και ο δικός μας ροφός κατατάχτηκε πιο πρόσφατα από την επιστημονική κοινότητα ως Epinephelus marginaus. Τα εκφραστικά μάτια και το μεγάλο κεφάλι, χαρακτηρίζουν μαζί με τις αγκαθωτές ακτίνες της ράχης τον παντοτινό ηγεμόνα της αποχής. Τα λέπια του μικρά και σκληρά έχουν καφετί χρώμα, το οποίο πλουτίζεται με σημάδια λευκοκίτρινου χρώματος. Σαν μέγεθος ξεπερνά κάποιες φορές το 1 μέτρο ενώ το βάρος του αγγίζει τα 40 και πλέον κιλά. Στην πραγματικότητα οι απνείστες ψαράδες της Μεσογείου χτυπούνε τα ψάρια που το μέσο βάτους είναι 10--12 κιλά. Ο ροφός ήταν και είναι το ψάρι που απασχόλησε όσο κανένα τη σκέψη και τις προσπάθειες του απνείστα. Το μέγεθος και η δύναμη του το μετέβαλαν σε είδος που η σύλληψη του ορίζει σημειολογικά την εξέλιξη του υποβρύχιου ψαρά. Αν και οι προηγούμενες γενιές των ψαροκυνηγών είχαν ασχοληθεί κατά κόρον με το ροφό, μόνο αρκετά πρόσφατα οι κοινότητα των απνειστών ψαράδων αποφάσισε να τον γνωρίσει πραγματικά και να αφιερώσει χρόνο για την κατανόηση της βιορυθμιστικής αξίας του στον υποθαλάσσιο χώρο που ορίζει η παρουσία του. Έτσι μετά τους τόνους ροφών που αλιεύθηκαν με θεμιτούς ή όχι τρόπους, η φανερή μείωση των πληθυσμών και η αλλαγή της συμπεριφοράς τους, δημιούργησε σε όλους έντονο προβληματισμό για το μέλλον του είδους και την προστασία του. Η γνώση για τον ερμαφροδιτισμό και τον τρόπο με τον οποίο αναπαράγετε ο ροφός, ένα θαύμα της φύσης, είναι το πρώτο γνωστικό σκαλοπάτι ώστε να κατανοήσουμε βαθύτερα την ουσία ύπαρξης αυτού του ψαριού. Σε περιπτώσεις περιοχών όπου η παρουσία των ροφών είναι φθίνουσα, η φύση έχει βάλει τις δικές της ασφαλιστικές δικλίδες, ώστε να αποτρέψει την εξαφάνιση του ψαριού από το ευρύτερο σύστημα. Έτσι το θηλυκό φύλο του ροφού, θα μετατραπεί αναπαραγωγικά σε αρσενικό όταν οι ανάγκες της διαιώνισης του είδους το απαιτήσουν. Όμοια και τα μεγάλα ψάρια που έχουν αποτραβηχτεί από τη διαδικασία της αναπαραγωγής θα συμμετάσχουν ξανά. Το επόμενο δεδομένο που απασχόλησε το σύγχρονο απνείστα ψαρά ήταν η εξαφάνιση του ροφού από πολλές περιοχές των Μεσογειακών Γαλλικών ακτών και της Ιταλίας.



ΜΕΛΑΝΟΥΡΙΑ



Το μελανούρι (oblada melanura) είναι ένα από τα πιο συνηθισμένα ψάρια των ελληνικών θαλασσών. Το σώμα του είναι συμπιεσμένο με σιλουέτα μακρόστενη, έχει χαρακτηριστικά μεγάλα μάτια και σχεδόν μελανόχρωμη κηλίδα στην αρχή της ουρά του. Το πιο συνηθισμένο μέγεθος αυτού του ψαριού είναι στα 300-400 γραμμάρια, αλλά έχουν χτυπήσει και ψάρια που πλησιάζουν το ένα κιλό. Θα το βρούμε να διαβιεί σε όλα τα βάθη που κινείται ο ψαροκυνηγός. Από ρηχές σχισμές και κατρακυλά μέχρι ξέρες και απότομους τοίχους. Το μελανούρι είναι ένα ψάρι με τεράστια όρεξη και για αυτό το λόγω, θα διαπιστώσουμε ότι μετακινείται πολύ καθ' όλη τη διάρκεια της ημέρας αναζητώντας την τροφή του. Πάντως οι καλύτερες ώρες κατά τις οποίες η εμφάνιση του γίνεται ιδιαίτερα έντονη, είναι νωρίς το πρωί και αργά το απόγευμα. Έτσι ξαφνικά, το μεγάλο κοπάδι θα εμφανιστεί και θα γεμίσει με την παρουσία του τα καλά σημεία της παράκτιας ζώνης. Το ψάρεμα του παρουσιάζει κάποιες ιδιομορφίες, καθώς το μελανούρι είναι καλύτερα να "χρησιμοποιείται" παρά να ψαρεύεται, αφού η παρουσία του και ο τρόπος που κινείται το κοπάδι, μπορεί να μας δώσει πληροφορίες για τον τρόπο που κινούνται τα μεγάλα πελαγίσια στα ανοιχτά νερά ή την παρουσία των μεγάλων μαύρων όταν τα μελανούρια κινούνται κοντά στη ζώνη της αποχής. Τα μελανούρια για την ακρίβεια αποφεύγουν τους μεγάλους ροφούς και θα πεταχτούν χαρακτηριστικά, όταν προσπαθήσουν να εισέλθουν μέσα σε κάποια τρύπα που κατοικεί ένας ροφός. Στα πετρώδη κομμάτια που κινούνται τα μελανούρια, συχνά θα βρούμε σαργούς ή και βραχωμένες τσιπούρες. Μάλιστα σε αυτές τις περιπτώσεις ένα κοπάδι από μικρά μελανούρια μοιάζει σαν να "τιτιβίζει" καθώς κινείται έξω από τις συγκεκριμένες τρύπες. Είναι συμπεριφορά που γίνεται αμέσως αντιληπτή από τον ψαροκυνηγό που είχε στο παρελθόν μια παρόμοια εμπειρία. Συνήθως το ψάρεμα των μελανουριών γίνεται κατά τη χειμερινή περίοδο. Κάποιες μέρες τις εποχής, τα μελανούρια προσεγγίζουν τα ρηχά καλά θαλάμια και βραχώνουν. Αν το γεγονός μάλιστα συνδυαστεί με την απουσία άλλων αξιόλογων ειδών, θα έχουμε την ευκαιρία να πραγματοποιήσουμε μια όμορφη ψαριά. Προσοχή! γιατί τα μελανούρια δεν ανέχονται το φως του φακού, για την ακρίβεια γίνονται πολύ νευρικά και μπορούν να εξαφανιστούν από τι σχισμή σε ελάχιστο χρόνο. Το κοπάδι θα γίνει επίσης νευρικό στην περίπτωση που κλείσουμε με τον όγκο μας την είσοδο του θαλαμιού, όπως επίσης και αν χτυπήσουμε από απροσεξία κάποιο εξάρτημα του εξοπλισμού μας σε κάποιο βράχο δημιουργώντας θόρυβο



ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΑ ΨΑΡΙΑ


Η φράση επικίνδυνα ψάρια ίσως παραπέμπει σε εικόνες θρίλερ με καρχαρίες και σκυλόψαρα. Ευτυχώς στα νερά μας οι συναντήσεις με επικίνδυνα καρχαριοειδή είναι ελάχιστες. Έτσι λέγοντας επικίνδυνα ψάρια εννοούμε είδη, που μάλλον από δική μας υπαιτιότητα μπορούν να μας δημιουργήσουν πρόβλημα. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι σκορπιοί, η δράκαινα, κάποια είδη σαλαχιών και φυσικά η γνωστή μας σμέρνα. Τα παραπάνω είδη γενικά δεν θεωρούνται υψηλής γευστικής αξίας και σε καμία περίπτωση δεν προσφέρουν τις ψαρεύτηκες συγκινήσεις που αναζητά ο ψαροντουφεκάς. Είναι απαραίτητο όμως να τα έχουμε υπόψη μας ώστε να αποφύγουμε κακοτοπιές που πιθανόν θα χαλάσουν το ψάρεμα μας και ίσως μας βάλουν σε μπελάδες. Οι δράκαινες ανήκουν στην οικογένεια των Τραχίνιων. Η μεγάλη δράκαινα (Trachinus araneus) χαρακτηρίζεται από το μικρότερο κεφάλι το οποίο καταλήγει σε ένα στόμα το οποίο έχει διεύθυνση προς τα πάνω. Μπορεί να φτάσει στα 40 εκατοστά και είναι αρκετά επικίνδυνη. Έχει επτά δηλητηριώδης αγκαθωτές ακτίνες στο ραχιαίο πτερύγιο, ενώ και στην άκρη του επικαλύμματος υπάρχει ένα αγκάθι. Αυτά συνδέονται με δηλητηριώδεις αδένες, το δηλητήριο των οποίων ενεργεί τόσο στο νευρικό σύστημα του ανθρώπου όσο και στο αίμα όταν αυτός έχει την ατυχία να τσιμπηθεί. Το αποτέλεσμα σε αυτή την περίπτωση είναι ο έντονος και με διάρκεια πόνος, η λιποθυμία, ο εμετός και ο υψηλός πυρετός. Οι παρενέργειες ενός τέτοιου τσιμπήματος διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο ανάλογα με τις άμυνες και τις αντιστάσεις του οργανισμού του. Τα ίδια ισχύουν και για τη μικρή δράκαινα (Trachinus draco) η οποία διαφέρει μορφολογικά ως προς τα χρώματα σε σχέση με τη μεγάλη δράκαινα. Οι δράκαινες ζουν και κυνηγούν σε αμμώδεις περιοχές. Τις ζεστές μέρες του χρόνου οι δράκαινες γίνονται νωχελικές στις αντιδράσεις τους και έτσι δεν αποκλείετε κάποιος κολυμβητής να πατήσει μία και φυσικά να δεχθεί ένα αναπάντεχο τσίμπημα. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να βγούμε αμέσως έξω από το νερό και αν είναι δυνατόν να επισκεφθούμε ένα σημείο που θα μας προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες. Αυτό είναι σημαντικό γιατί το τσίμπημα μιας δράκαινας (όσο μεγαλύτερη είναι σε μέγεθος, τόσο πιο επώδυνο το τσίμπημα) μπορεί σε ορισμένους να δημιουργήσει αλλεργικό σοκ με πολύ άσχημα επακόλουθα. Στο ίδιο μοτίβο και το τσίμπημα από τους σκορπιούς και τις σκορπίνες. Η σκορπίνα ή σκόρπαινα είναι σε εμφάνιση ένα από τα πιο άσχημα ψάρια. Ζει συνήθως σε βαθύτερα νερά και μπορεί να φθάσει και τα 45 εκατοστά μήκος σώματος. Το χρώμα της είναι κυρίως κόκκινο και συνοδεύεται με τις ιδιαίτερες αποχρώσεις του βυθού. Το τσίμπημα γίνεται από τα δηλητηριώδη αγκάθια του ραχιαίου πτερυγίου, όμως ιδιαίτερα επώδυνο είναι όταν το τσίμπημα γίνει από τα αγκάθια που βρίσκονται στο επικάλυμμα. Ο σκορπιός είναι πιο μικρός από τη σκορπίνα και μπορεί να φθάσει τα 20-25 εκατοστά μήκος σώματος. Είναι πιο κοινό είδος και συναντάτε εύκολα στα πολύ ρηχά. Οι εξαιρετικές δυνατότητες του στη παραλλαγή, κάνει πιθανή μια τυχαία επαφή μαζί του. Μερικές φορές η σκόρπαινα γίνεται αρκετά μεγάλη και αποτελεί ένα καλό θήραμα. Είναι εύκολο να χτυπήσει με ψαροτούφεκο, αλλά χρειάζεται μεγάλη προσοχή κατά το ξεψάρισμα. Η σμέρνα ανήκει στην οικογένεια των μουρενοειδών. Το σώμα της είναι φιδίσιο με χρώμα που ποικίλει στις αποχρώσεις του καφέ και συμπληρώνεται από βούλες υποκίτρινου χρώματος. Το κεφάλι της καταλήγει σε κωνοειδές σχήμα και η μασέλα της είναι εξαιρετικά δυνατή. Αυτό είναι και το πρόβλημα. Τα δόντια της σμέρνας έχουν μια κλήση προς τα μέσα, έτσι αν δαγκώσει κάτι δεν μπορεί να το αφήσει, παρά μόνο αν αποκολλήσει το κομμάτι που δάγκωσε. Η σμέρνα κατοικεί σε όλα τα βάθη, ακόμα και σε πολύ ρηχά νερά. Εκεί θα την δούμε στο βραχώδες περιβάλλον να ξετρυπώνει από κάποια τρύπα. Η θωριά της παραπέμπει σε επιθετικό χαρακτήρα και καθώς ανοιγοκλείνει το στόμα της μοιάζει να απειλεί τον δύτη. Η αλήθεια είναι ότι η σμέρνα δεν θα επιτεθεί στο δύτη που περνά έξω από το θαλάμι της. Ανοιγοκλείνει το στόμα της γιατί έτσι αναπνέει. Η σμέρνα θα γίνει επικίνδυνη όταν χτυπήσει σε κακό σημείο, τότε θα προσπαθήσει να δαγκώσει ότι βρεθεί μπροστά της. Επίσης έλκεται από τη μυρωδιά του αίματος, γι\' αυτό καλό είναι όταν κάνουμε ψαχτήρι σε περιοχές που γνωρίζουμε ότι υπάρχουν σμέρνες να μην κρεμάμε σκοτωμένα ψάρια στη μέση μας. Αν σας αρέσει το κρέας τη σμέρνας, τότε η βολή θα πρέπει να γίνεται με ακρίβεια στο κεφάλι. Τέλος θα πρέπει να προσέχουμε κατά τις περιόδους που βλέπουμε από γειτονικές τρύπες να βγαίνουν δύο σμέρνες. Ίσως είναι εποχή αναπαραγωγής και τότε η σμέρνα μπορεί να γίνει πολύ επιθετική. Λέγοντας σαλάχι ή σελάχι εννοούμε ένα μεγάλο εύρος από είδη που ανήκουν στην οικογένεια των ραγιδών. Ο αετός, η τρυγόνα, το διαβολόψαρο και η ρίνα είναι μερικά από αυτά. Τα σαλάχια μπορεί να γίνουν επικίνδυνα για τον ψαροντουφεκά, λόγω ενός πριονωτού αγκαθιού που έχουν στη βάση της ουράς τους. Αν μετά το χτύπημα δεν γίνουν οι κατάλληλοι χειρισμοί, είναι πολύ πιθανόν ο δύτης να δεχθεί ένα χτύπημα με αυτό το αγκάθι. Ο πόνος είναι δυνατός και γίνεται περισσότερο έντονος καθώς περνά η ώρα. Μάλιστα ανάλογα με το είδος του σαλαχιού και τις αντοχές του οργανισμού του ψαροκυνηγού ίσως δημιουργηθούν λιποθυμικές τάσεις κτλ. Μάλιστα θα πρέπει να τονιστεί, ότι λόγω του αγκιστρωτού σχήματος του αγκαθιού είναι πολύ δύσκολο να βγει. Είναι καλύτερο όταν βρίσκεστε κοντά σε σημείο που μπορείτε να πάρετε τις πρώτες βοήθειες, να αφήσετε σε κάποιον ειδικό το βγάλσιμο του αγκαθιού. Για να αποφύγουμε όλα αυτά είναι καλό να κόβουμε το αγκάθι του σαλαχιού αμέσως μετά το χτύπημα του και να είμαστε πάντα πολύ προσεκτικοί. Καταλήγοντας, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι αρκετά είδη ψαριών μπορεί να γίνουν επικίνδυνα. Ας σκεφτούμε τα κοφτερά δόντια του λούτσου, το δάγκωμα του γοφαριού, της συναγρίδας ή του φαγκριού. Το θέμα είναι ότι τα ψάρια δεν φταίνε ποτέ. Εμείς εισβάλουμε στο δικό τους χώρο. Ας φροντίσουμε τουλάχιστον αυτό να γίνεται με διακριτικό τρόπο και τόσο αποτελεσματικά ώστε ούτε τα ψάρια να υποφέρουν και φυσικά ούτε εμείς




ΑΣΦΑΛΕΙΑ


Η ασφάλεια στην κατάδυση με άπνοια και το υποβρύχιο ψάρεμα:

Η ασφάλεια αποτελεί ένα κομμάτι στην δραστηριότητα της ελεύθερης κατάδυσης πολύ σημαντικό αλλά και πολύ παραμελημένο από όλους μας. Όλοι απευχόμαστε εκείνη την στιγμή που δεν μας μένει καμία άλλη επιλογή από το να ενεργήσουμε γρήγορα , αποτελεσματικά και με όσο το δυνατό λιγότερο άγχος. Λέω ότι απευχόμαστε γιατί ακόμα και για εκείνον τον προνομιούχο που παρακολούθησε ανάλογο σχολείο με περιεχόμενο εκτός των άλλον και της ασφάλειας , στην ιδέα και μόνο ενός επικίνδυνου περιστατικού τρομάζει και αποφεύγει ακόμα και να το φανταστεί η να το προβλέψει. Ακόμα και όταν το βλέπει να συμβαίνει προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του ότι αυτό «δεν μπορεί να συμβαίνει σε μένα» και ότι «αυτή ή ευθηνή δεν μπορεί να βαραίνει εμένα». Γιατί όπως και να το κάνουμε είναι μεγάλη η ευθηνή εκείνου που μένει πίσω για να διασφαλίσει την ασφαλή επιστροφή μας



Μικρά ατυχήματα στο υποβρύχιο ψάρεμα:

Συχνά και μόνο η αναφορά της λέξης "ατύχημα" στο υποβρύχιο ψάρεμα, είναι ικανή να μας δημιουργήσει εξαιρετικά αρνητικούς συνειρμούς κάνοντας την σκέψη μας να τρέξει αβίαστα στις πιο οδυνηρές στιγμές που μπορεί να ζήσει ένας υποβρύχιος κυνηγός. Η αλήθεια είναι ότι η ασφάλεια του δύτη που ψαρεύει με άπνοια κρύβει αρκετές παραμέτρους, κάποιες από τις οποίες τις περισσότερες φορές μένουν αθέατες, καθώς στρέφουμε την προσοχή μας περισσότερο σε υποξικά περιστατικά, ατυχήματα με ταχύπλοα και πιθανόν συναντήσεις "Χολιγουντιανού" τύπου με αδηφάγα τέρατα της θάλασσας.


Τα διερχόμενα σκάφη και η ασφάλεια του υποβρύχιου κυνηγού :

Πόσο κινδυνεύει ο υποβρύχιος κυνηγός από τα διερχόμενα σκάφη; Εξαρτάται κυρίως από την περιοχή που ψαρεύει. Υπάρχουν περιοχές που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν υψηλού κινδύνου, καθώς η διέλευση σκαφών αναψυχής είναι συχνότατη. Εκεί για κανέναν λόγω δεν θα πρέπει να καταδύεται ο ψαροκυνηγός ακόμη και όταν τηρούνται οι προβλεπόμενες από το νόμο αποστάσεις ασφαλείας


ΕΞΟΠΛΙΣΜΟΣ


1. Αναπνευστήρας

Ο αναπνευστήρας μαζί με τη μάσκα είναι συχνά τα πρώτα κομμάτια του εξοπλισμού, που αποκτά όποιος θέλει να ψαρέψει, να καταδυθεί ή απλά να κάνει snorkeling απολαμβάνοντας τις ομορφιές του βυθού. Ο αναπνευστήρας δεν είναι τίποτα άλλο από ένα σωλήνα μήκους περίπου 35 εκατ. και με διάμετρο περίπου δύο εκατοστών. Στην μία άκρη φέρει επιστόμιο το οποίο τοποθετείτε στο στόμα του δύτη.

2. Μάσκα

Η μάσκα είναι το πρώτο κομμάτι του καταδυτικού υλικού που προμηθεύεται συνήθως ο υποβρύχιος κυνηγός. Είναι το μέσο που θα μας επιτρέψει να απολαύσουμε τις ομορφιές του βυθού. Όμως καθώς το υποβρύχιο ψάρεμα και η άπνοια εξελίσσεται, ήταν μοιραίο αυτό το κομμάτι του εξοπλισμού να εξελιχθεί και να εξειδικευτεί εξυπηρετώντας τις ιδιαίτερες ανάγκες του απνείστα ψαρά.

3. Βαρίδια

Στη ζώνη βαρών προσαρμόζονται τα ειδικά βαρίδια με τη χρήση των οποίων ρυθμίζεται η πλευστότητα του δύτη και εξουδετερώνεται στον επιθυμητό βαθμό η άνωση της καταδυτικής φόρμας. Η ζώνη μέσης όπως λέγεται διαφορετικά, είναι κατασκευασμένη από ανθεκτικό υλικό ώστε να αντέχει στο αλάτι, στην υπέρυθρη ακτινοβολία και φυσικά στο βάρος των μολυβιών που θα επιλέξει ο ψαροκυνηγός. Αυτού του είδους τις ζώνες τις χωρίζουμε σε δύο κατηγορίες

4. Μαχαίρι

Το μαχαίρι του ψαροκυνηγού είναι ένα κομμάτι του εξοπλισμού, στο οποίο συχνά δεν δίνεται η απαραίτητη προσοχή τόσο κατά την αγορά, όσο και κατά την χρήση-συντήρηση. Όμως είναι το "πρέπει" στην ασφάλεια του απνείστα ψαρά. Ποτέ μα ποτέ δεν θα πρέπει να ξεκινά το υποβρύχιο ψάρεμα χωρίς το μαχαίρι να βρίσκεται στο εσωτερικό μέρος της γάμπας του δύτη.

5.Φακός

Αν και η χρήση το φακού (για υποβρύχιο ψάρεμα) απαγορεύεται από το σχετικό Προεδρικό Διάταγμα, κάποιες φορές ο ψαροκυνηγός που θα καταφύγει στις υπηρεσίες του προκειμένου να εντοπίσει ένα σημαντικό θήραμα. Μάλιστα οι σύγχρονες τάσεις που αφορούν το υποβρύχιο ψάρεμα, υπαγορεύουν την ελαχιστοποιημένη τουλάχιστον χρήση του. Και αυτό γιατί η χρήση του φακού αποδεικνύεται ακόμη και μεσοπρόθεσμα αναποτελεσματική.

6.Πέδιλα

Τα πέδιλα, ως αγοραστική επιλογή, είναι ίσως η πιο δύσκολη για τον απνείστα ψαρά και ελεύθερο δύτη. Αυτό συμβαίνει γιατί στην αγορά υπάρχει μια πληθώρα από προτάσεις, που με την πρώτη ματιά φαίνονται όμοιες. Στην πραγματικότητα υπάρχουν πολλές διαφορές μεταξύ των πέδιλων για υποβρύχια χρήση και σίγουρα αυτές δεν εντοπίζονται μόνο στα χρώματα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά σχεδίασης. Η επιλογή ενός ζευγαριού πέδιλων, ξεκινάει απο τις ανάγκες του υποβρύχιου κυνηγού - απνείστα και ασφαλώς από τα ιδιαίτερα γνωρίσματα τόσο του σωματότυπου του, όσο και των ιδιαιτεροτήτων που συνθέτουν την υποβρύχια δράση του.

7.Ψαροντούφεκο

Το λαστιχοβόλο όπλο είναι το κομμάτι του εξοπλισμού, γύρω από το οποίο έχει αναπτυχθεί η περισσότερη φιλολογία, πάνω σε απόψεις, ιδιοκατασκευές κτλ. Είναι λογικό, αφού χάρη σε αυτά και… μερικές δεκάδες ακόμη πράγματα, ο υποβρύχιος κυνηγός θα καταφέρει να χτυπήσει τα ψάρια που επιθυμεί. Αν και το τέλειο όπλο από μόνο του δεν μπορεί να φέρει αποτελέσματα, ωστόσο τα όπλα που χρησιμοποιεί ο σύγχρονος απνείστας ψαράς επιδιώκει να αγγίζουν τα όρια του κατασκευαστή. Πριν όμως κάποιος αρχίζει να προσθέτει και να αφαιρεί από το όπλο του, θα πρέπει να έχει αρκετές βασικές γνώσεις για το πώς αυτά λειτουργούν και πάνω από όλα αρκετή εμπειρία στη χρήση τους. Τα όπλα που έχουν επικρατήσει σήμερα είναι δύο ειδών: τα λαστιχοβόλα και τα αεροβόλα όπλα. Η ονομασία τους προδίδει και την πηγή της δύναμης τους. Τα λαστιχοβόλα χρησιμοποιούν τη δύναμη ειδικών λάστιχων, τα οποία καθώς εκτονώνουν τη δύναμη τους με την πίεση της σκανδάλης, στέλνουν τη βέργα στο στόχο. Τα αεροβόλα από την άλλη για αυτό το σκοπό χρησιμοποιούν αέρα υπό πίεση. Εξετάζοντας ένα λαστιχοβόλο όπλο βλέπουμε ότι αποτελείται από τα εξής σημεία: Τη λαβή με το μηχανισμό της σκανδάλης, το σωλήνα από το μέγεθος του οποίου καθορίζεται και το Μήκος του όπλου (60, 75, 90, 100 κτλ εκατοστά), την κεφαλή του όπλου που διακρίνεται στο τέλος του σωλήνα. Πάνω στην κεφαλή υπάρχουν βιδωμένα ένα ζευγάρι λάστιχα (γι' αυτό αυτού του είδους τα λάστιχα τα λέμε βιδωτά). Τέλος το σύνολο συμπληρώνει η βέργα (ταϊτινή ή με σπείρωμα) η οποία "κουμπώνει" στο μηχανισμό της σκανδάλης. Ο λόγος που υπάρχουν διαφορετικά μήκη σωλήνων και άρα διαφορετικά μήκη όπλων είναι γιατί κάθε μήκος χρησιμεύει και για διαφορετικό είδος ψαρέματος. Τα μήκη των 60 και 75 εκατοστών προορίζονται για ψάρεμα στην τρύπα (ψαχτήρι), μάλιστα το 75άρι μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για ρηχές ενέδρες σε θολά νερά. Το 90/άρι είναι το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο μήκος όπλου, καθώς μπορεί να αντεπεξέλθει σε μικτή χρήση (ψάρεμα σε τρύπες και καρτέρια). Τα όπλα των 100 εκατοστών και πάνω χρησιμοποιούνται για ψάρεμα σε ανοιχτά νερά, κυρίως για καρτέρια και για πλαναρίσματα. Τα ίδια πάνω κάτω ισχύουν για τα μήκη των όπλων και στα αεροβόλα. Η δύναμη των λαστιχοβόλων όπλων εξαρτάται από το μήκος και την ποιότητα των ελαστικών που είναι τοποθετημένα στην κεφαλή του όπλου. Για κάθε μήκος σωλήνα, ο κατασκευαστής προτείνει συνήθως και συγκεκριμένα μήκη λάστιχων. Για το 90/άρι 24άρια για το 75/άρι 22/άρια. Το νούμερο 24 ή 22 εκφράζει σε εκατοστά το μήκος του λάστιχου. Επίσης χρησιμοποιούμε και έναν ακόμη αριθμό και εκφράζει τη διάμετρο (το πάχος) του λάστιχου σε χιλιοστά. Η πιο συνηθισμένη διάμετρος ελαστικών είναι αυτή των 16 χιλιοστών. Ενώ υπάρχουν και 19/άρια ή 20/άρια λάστιχα. Το υλικό κατασκευής των λάστιχων κυμαίνεται από απλό latex έως ειδικά ανθρακωμένα λάστιχα και φυσικά ανάλογα κυμαίνεται και η τιμή τους. Τέλος την εικόνα ενός λαστιχοβόλου όπλου συμπληρώνει η καμπάνα. Η καμπάνα είναι μια συρμάτινη ή σιδερένια κατασκευή, χάρη στην οποία τα λάστιχα μένουν τεντωμένα στην εγκοπή της βέργας. Η απλή καμπάνα λόγω βάρους και σχήματος, έχει καλύτερη υδρολίσθηση από την σπαστή, αλλά είναι πιο ευαίσθητη στα επαναληπτικά οπλίσματα, γι' αυτό πρέπει να αντικαθίστανται μετά από ορισμένο αριθμό ψαρεμάτων. Σε αρκετά όπλα υπάρχει ένα πλαστικό εξάρτημα, το οποίο διακρίνεται πάνω στον σωλήνα. Αυτό το εξάρτημα ονομάζεται οδηγός βέργας και θεωρητικά χρησιμεύει στη ρύθμιση της ευθυβολίας του όπλου. Καλύτερα να αφαιρέσετε τον οδηγό βέργας από τον σωλήνα, γιατί συχνά μόνο προβλήματα φέρνει. Το ίδιο επίσης θα πρέπει να κάνετε με την ασφάλεια. Σε ένα όπλο που προορίζεται για υποβρύχια χρήση η ασφάλεια δεν έχει καμία αξία. Το λαστιχοβόλο όπλο οπλίζεται πάντα μέσα στην θάλασσα και αποοπλίζεται επίσης μέσα σε αυτή. Κάτι τέτοιο μάλιστα προβλέπεται από το σχετικό Προεδρικό διάταγμα που αφορά την ερασιτεχνική αλιεία. Το όπλο τοποθετείται χαμηλότερα από το ύψος του στήθους και ο δύτης τραβά τα λάστιχα φέρνοντας την άκρη της καμπάνας στην πρώτη εγκοπή. Προσοχή, τραβάτε από τα λάστιχα και όχι από την καμπάνα η οποία θα στραβώσει και θα καταστραφεί από μια τέτοια συνήθεια. Στη συνέχεια αν το επιθυμούμε φέρνουμε την άκρη της καμπάνας μέχρι το ύψος της δεύτερης εγκοπής. Φροντίζουμε ώστε η καμπάνα να πατήσει σωστά πάνω στην εγκοπή, γιατί διαφορετικά η καμπάνα θα απαγκιστρωθεί και θα χτυπήσει τα δάχτυλα μας. Προσέχουμε τόσο κατά τη μεταφορά, όσο και κατά την διάρκεια του ψαρέματος να μην δημιουργούνται χτυπήματα στο σωλήνα, τον οποίο παρατηρούμε σε τακτά χρονιά διαστήματα για στρεβλώσεις. Πράγματι ο σωλήνας μαζί με το μηχανισμό σκανδάλης, υποφέρουν όταν το όπλο είναι πουσαρισμένο όπως λέμε, δηλαδή έχει δεχθεί κάποιες μετατροπές ώστε να αυξηθεί το βεληνεκές του και η δύναμη του. Η στρέβλωση αυτή είναι εμφανέστερη στα όπλα μεγάλου μήκους: 100 εκατ. και πάνω. Για το λόγω αυτό τα τελευταία χρόνια έχουν παρουσιαστεί στην αγορά σωλήνες που είναι κατασκευασμένοι από carbon και είναι άκαμπτοι. Το κόστος τους όμως είναι υψηλότερο από τους συνηθισμένους. Η στρέβλωση του σωλήνα είναι φαινόμενο που επηρεάζει την ευθυβολία του όπλου. Γι' αυτό και ο απνείστας ψαράς θα πρέπει να είναι προσεκτικός με τις επιλογές που αφορούν το μήκος των λάστιχων σε σχέση με το μήκος του σωλήνα και φυσικά την ποιότητα του. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια και οι Έλληνες ψαροκυνηγοί χρησιμοποιούν όπλα με ξύλινο "σωλήνα". Σ' αυτά τα όπλα όταν η κατασκευή είναι σωστά δουλεμένη, ο σωλήνας είναι τελείως άκαμπτος.

8.Φορμα

Η πιο οδυνηρή διαπίστωση για τον νεοεισερχόμενο στον κόσμο του υποβρύχιου ψαρέματος, είναι ότι με την είσοδο του Οκτωβρίου η παραμονή στη θάλασσα για μεγάλο χρονικό διάστημα αρχίζει να γίνεται προβληματική και στο τέλος αδύνατη. Ο λόγος; μα βέβαια η έλλειψη καταδυτικής στολής ή φόρμας. Αν τους μήνες του καλοκαιριού τα πέδιλα, η μάσκα και ένα ψαροτούφεκο αρκούσε για να χαρεί κάποιος την θάλασσα, τώρα η πτώση της ατμοσφαιρικής θερμοκρασίας, μαζί με την σταδιακή πτώση της επιφανειακής θερμοκρασίας στη θάλασσα γίνονται ο χειρότερος εχθρός για ψαροκυνηγό που διαισθάνεται πλέον ότι ήρθε η ώρα να κάνει την αγορά της πρώτης του φόρμας.

9.Πλοτίρας

Και είναι μια γνώση που είναι σημαντική, καθώς συχνά επαναπαυόμαστε στην ύπαρξη του, αλλά λόγω των ειδικών συνθηκών είτε δεν μπορεί να γίνει ορατός είτε δεν μπορεί να αποτρέψει ένα πιθανό ατύχημα:
1) Ο πλωτήρας είναι σχεδόν αόρατος και άρα άχρηστος όταν το σκάφος που έρχεται προς το μέρος μας έχει πορεία αντίθετη με αυτή του ήλιου που δύει. Σε αυτή την περίπτωση η φωτοβολία και οι αντανακλάσεις είναι τόσο έντονες που ακόμη και ένας προσεκτικός κυβερνήτης είναι πιθανών να μην μπορεί να τον αναγνωρίσει.
2) Ο πλωτήρας δεν μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό μας όταν ψαρεύουμε πάνω στο γύρισμα του κάβου και φυσάει αέρας με κατεύθυνση προς την ακτή που τον παρασύρει στη νεκρή οπτική γωνία του κάβου.
3) Ο πλωτήρας είναι εντελώς άχρηστος όταν ψαρεύουμε πολύ ανοιχτά και η πορεία μας συμπιέσει με εκείνη ενός πολύ μεγάλου εμπορικού πλοίου π.χ. φορτηγού. Αφενός λόγω του μεγάλου ύψους της γέφυρας ο πλωτήρας δεν μπορεί να γίνει ορατός, αλλά και αν γίνει τελευταία στιγμή, το πλοίο σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αλλάξει ρότα.
4) Φυσικά η χρήση του πλωτήρα σε καμία περίπτωση δεν κατοχυρώνει έναν χώρο δράσης όταν αυτός χρησιμοποιείται σαν διάδρομος έστω και άτυπα από ταχύπλοα ή άλλα σκάφη.
5) Ο έντονος κυματισμός “θάβει” τον πλωτήρα και σε κάποιες περιπτώσεις τον εξαφανίζει από τα διερχόμενα σκάφη.
6) Το 90% των καλοκαιρινών “καπεταναίων” είναι παντελώς άσχετο με τη θάλασσα και δυστυχώς μεταφέρει σε αυτή τη συμπεριφορά της εθνικής οδού. Μην επαναπαύεστε, επειδή δεν έχουν γνώση του πόσο σύνθετα είναι τα πράγματα στη θάλασσα θα περάσουν ξυστά και μετά θα σας τα ψάλουν κιόλας.
7) Τέλος μεγάλη προσοχή στα ιστιοφόρα. Είναι αθόρυβα και αν ο κυβερνήτης δεν είναι ιδιαίτερα προσεκτικός θα βρεθεί δίπλα μας ή ακόμη χειρότερα πάνω μας χωρίς να το καταλάβει κανένας από τους δύο


ΤΕΧΝΙΚΕΣ

1.Το ψαλτήρι


Το ψαχτήρι ως τεχνική αποτελεί συνήθως την απαρχή των τεχνικών στο υποβρύχιο ψάρεμα. Ένα μεγάλο μέρος τον υποβρύχιων κυνηγών γνωρίζει τα μυστικά του περισσότερο από κάθε άλλη τεχνική και το χρησιμοποιεί κατά κόρον. Καθώς τα ψάρια με το πέρασμα του χρόνου κοντά στην ακτογραμμή γίνονται όλο και πιο δύσκολα στην ανεύρεση τους, το έντονο ψαχτήρι μερικές φορές γίνεται ο μόνος αποδοτικός τρόπος. Η λογική του ψαχτηριού είναι μάλλον απλή. Όταν ο βυθός, λόγω της μορφολογίας του, δημιουργεί ασφαλείς κρυψώνες, τα ψάρια εισχωρούν σ' αυτές προκειμένου να προφυλάξουν την ζωή τους από εξωτερικούς κινδύνους ή να πραγματοποιήσουν κάποιες από τις λειτουργίες της επιβίωσης. Όσο πιο πολυψαρεμένο είναι το μέρος, τόσο πιο πολύπλοκο γίνεται το κρύψιμο των ψαριών και άρα πιο τεχνικές πρέπει να είναι οι προσπάθειες του υποβρύχιου κυνηγού. Η εποχή κατά την οποία ο υποβρύχιος κυνηγός έριχνε τη δέσμη του φακού στο βάθος της τρύπας, σκόπευε με το κοντό αεροβόλο και έβγαζε έξω το μεγάλο ροφό, έχουν περάσει από χρόνια. Το μυστικό της επιτυχίας πλέον είναι διπλό: Εμπειρία-ένστικτο, τεχνική.

2.Το καρτέρι

Είναι η πιο πολυσυζητημένη τεχνική της δεκαετίας που πέρασε σε τέτοιο βαθμό, που σχεδόν έγινε μόδα στους κύκλους των απνειστών ψαράδων. Η λογική που το διέπει είναι εξαιρετικά απλή: Ο απνείστας ψαράς αφού καταδυθεί αφήνει το σώμα του να ακουμπήσει στο βυθό, περιμένοντας (και ελπίζοντας μαζί) να διεγείρει την περιέργεια των ψαριών που διαβιούν στην περιοχή. Αυτή είναι και η απόλυτη αρχή, αλλά όσο απλή είναι, άλλο τόσο πολύπλοκη τεχνική και δαιδαλώδης φιλοσοφία έχει αναπτυχθεί για αυτή. Στην πραγματικότητα το καρτέρι θεωρήθηκε ως η τεχνική απάντηση του απνείστα ψαρά, στον ολοένα και αυξανόμενο βαθμό δυσκολίας σύλληψης των ψαριών.

3.Η τεχνική της κατάδυσης

Η ολοκληρωμένη τεχνική της κατάδυσης, είναι ο ακρογωνιαίος λίθος μιας επιτυχημένης και ασφαλούς βουτιάς. Επιτυχημένης γιατί θα διατηρήσει τα επιθυμητά αποθέματα άπνοια έως τη στιγμή του καταδυτικού έργου στο βυθό και ασφαλούς γιατί ένας ρευστός τρόπος κατάδυσης, χωρίς απόνερα και βοή θα λειτουργήσει θετικά στη δημιουργία μιας ψυχολογικής ισορροπίας στην πορεία προς τον πυθμένα. Ο δύτης χαλαρώνει στην επιφάνεια, κάτι που σημαίνει ότι κυρίως αυτοσυγκεντρώνεται στο σκοπό του, χωρίς να χάνει τον πλήρη έλεγχο του περιβάλλοντος. Η τελευταία αναπνοή γεμίζει τα πνευμόνια και η μέση σπάει. Είναι πολύ σημαντική στιγμή. Ο ψαροκυνηγός δεν θα πρέπει να πιεστεί στο ελάχιστο για να εισέλθει στη διαδικασία της κατάδυσης. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε ότι από την έναρξη κιόλας της βουτιάς θα υπήρχε μια αυξημένη κατανάλωση ενέργειας και μάλιστα χωρίς να υπάρχει η αντίστοιχη παραγωγή έργου. Η κατάκτηση της σωστής τεχνικής της εισόδου στη βουτιά, δεν θα γίνει από την μια μέρα στη άλλη. Χρειάζεται συσσώρευση εμπειρίας μέσα από την επαναληπτικότητα των κινήσεων, αυξημένη υδροβιότητα και η σχετική νευρομυϊκή συνεργασία.


7 σχόλια:

  1. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Αυτό το σχόλιο αφαιρέθηκε από τον συντάκτη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Καταπληκτικό άρθρο, συγχαρητήρια!

    www.deeper-club.gr

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. kalo ehei kales plirofories hrisimes akoma kai gia embirus....

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ναι αλλα εκει που λες για τον ροφο πρεπει να βαλεις και την σωστη φωτογραφια. Αυτη που εχεις ειναι μια φωτογραφια στηρας. Παντος πολυ καλο αρθρο. Μπραβο..!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Ενδιαφέρον το άρθρο.
    Στην παράγραφο για τον χάνο, η φωτογραφία απεικονίζει πέρκα κι όχι χάνο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή